Paris blog
Τα φρικιά πάνε Παρίσι !
Τετάρτη 23 Μαρτίου 2011
Ημέρα 7η (και τελευταία)
Τελευταία μας μέρα στο Παρίσι. Το 'χουμε συμφωνήσει, ότι σήμερα θα κάνουμε όλη μέρα βόλτες από δω κι από κει. Τέρμα τα μουσεία (άλλωστε είναι Δευτέρα), τέρμα οι indoors δραστηριότητες, τέρμα η βιάση. Θα χαρούμε μία τελευταία φορά την πόλη.
Το βολτάρισμα λέμε να γίνει ως εξής: ξεκινάμε από την πλατεία de la Madeleine, κατεβαίνουμε ίσια κάτω στην πλατεία de la Concorde και μετά στρίβουμε για να μπούμε στον κήπο des Tuileries. Μετά θα πάρουμε μετρό και θα ανεβούμε στην Sacré Cœur για να χαζέψουμε την θέα και να κάνουμε βόλτα στην Montmartre. Μόλις πέσει ο ήλιος θα γυρίσουμε στο ξενοδοχείο για ολιγόωρη ξεκούραση και το βράδυ θα πάμε να φάμε εδώ. Στο οινό-μπαρο του Jacques Mélac. 



Είμαστε λοιπόν στο Κολωνάκι του Παρισιού. Στα σκαλοπάτια της εκκλησίας κάθονται αρκετά καλοντυμένοι εργαζόμενοι (προφανώς) από τα γύρω γραφεία και τρώνε τα υπερτιμημένα σαντουιτσάκια τους και τις φρέσκες σαλάτες από τα πλαστικά μπολάκια. Αυτοί είναι μάλλον οι κακοπληρωμένοι της περιοχής. Τραβολογάω τον Τούρκο για χάζεμα στο Heriard. Άάάλλο φτηνό και προσιτό μαγαζάκι. Μία μαρμελαδίτσα λεμόνι όμως την τσίμπησα. Εκεί που το χαρήκαμε μάλλον περισσότερο ήταν στο μαγαζί της Maille, της γνωστής και μη εξαιρετέας μάρκας γαλλικής μουστάρδας. Ο Τούρκος, παραδοσιακός ων, πήρε κλασική μουστάρδα με κόκκους, ξέρεις... απ' αυτή που βάζουμε στην ψητούρα
. Εγώ μία με λεμόνι και πιπεριά.


Με τούτα και με κείνα, έχει ψιλοπεράσει η ώρα και αρχίζουμε την κατηφόρα προς τον σταθμό. Πάμε να ξεκουραστούμε λίγο στο ξενοδοχείο, να μπανιαριστούμε, να παρφουμαριστούμε και να περάσουμε την τελευταία μας νύχτα στο Παρίσι στο μαγαζί ενός άμεσου απόγονου του Αστερίξ! Ναι, μάλιστα, κύριοι! Κι αν δεν με πιστεύετε δείτε το και μόνοι σας. Το οποίο μαγαζί μπάι δε γουέι είναι και δυο βήματα από το ξενοδοχείο.
Αλλά, ω σκληροί θεοί! Η τύχη μας παίζει άσχημο παιχνίδι. Μία ταμπέλα στην πόρτα ανακοινώνει με σκληρότητα ότι ο Αστερίξ από το Σάββατο πήρε τα παιδιά και το σκυλί του φίλου του και πήγε διακοπές για μία βδομάδα (πιθανότατα στην Nicae)
. Τι να γίνει; Αυτά έχει η ζωή. Εναλλακτικές; "Πάμε σε εκείνο το μπιστρό που είναι κοντά στην στάση του μετρό; Αξιοπρεπές φαίνεται". "Πάμε". Ευτυχώς η επιλογή μας, παρόλο που έγινε ολίγον στα τυφλά, δεν μας απογοήτευσε. Τουναντίον. Εγώ έχω να το λέω πως εκεί έφαγα την καλύτερη μακαρονάδα αλά κρεμ με σολομό. Τρία είδη σολομού -φρέσκος, καπνιστός και... άλλο ένα που δεν το θυμάμαι- και just enough κρέμα γάλακτος. Τέλειο! Ο λογαριασμός ήταν λίγο τσουχτερός λόγω μίας περίεργης πολιτικής τιμολόγησης των ποτών μετά από τις 23:00, αλλά τι με νοιάζει;! Είναι η τελευταία μας νύχτα εδώ! 


Το λήγουμε κατά τις 1:00πμ και σε ελάχιστη ώρα έχουμε ξεραθεί. Αύριο έχουμε αρκετό χρόνο για να μαζέψουμε τις βαλίτσες μας και να αναχωρήσουμε. Μην ξεχάσω να πακετάρω τα κρασιά από το Baron Rouge, το τυράκι που πήραμε στην λαϊκή, τις καρτ-ποστάλ και τα μαγνητάκια από τα μουσεία, τους χάρτες και τα εισιτήρια που θέλω να κρατήσω για ενθύμιο, το μωρουδίστικο μπλοκάκι-ημερολόγιο που γέμισα με ακατάστατα ορνιθοσκαλίσματα (give me a break, δεν είναι ότι είχα να ακουμπήσω κάπου συνήθως) και όλες τις σημειώσεις μου με το που θα πάμε την επόμενη φορά!
Δευτέρα 8 Νοεμβρίου 2010
Ημέρα 6η
Κυριακή: μέρα της ραστώνης και του θεού.
Για το πρώτο κόβω το δεξί μου χέρι
. Για το δεύτερο δεν παίρνω κανέναν όρκο, αλλά καλού-κακού, και επειδή σήμερα στην Ελλάδα είναι Κυριακή του Πάσχα, εμείς βάλαμε και εκκλησία στο πρόγραμμα, μη τυχόν και πέσει φωτιά να μας κάψει (ή πιο γαλλιστί: μη τυχόν και πέσει ο ουρανός στο κεφάλι μας). Οκ... μπορεί να έπαιξε ρόλο και το γεγονός ότι σήμερα στην Notre Dame έχει συναυλία όργανου, και μάλιστα περιλαμβάνει και Bach. Όπως και να'χει πάντως, το σημερινό πρόγραμμα είναι "στοχοπροσηλωμένο".

Η συναυλία όμως είναι το μεσημέρι και τώρα είναι ακόμα πρωί. Προέχει ο πρώτος Κυριακάτικος "στόχος". Βολτίτσα στις παρισινές λαϊκές αγορές. Ο οδηγός μας, εκτός από καταστήματα τύπου Galeries Lafayette τα οποία δεν θέλω ούτε απ' έξω να τα δω
(ψυχολογικό τραύμα από το ταξίδι στην Αμερική ... μη ρωτάτε ...), σημειώνει και αρκετές λαϊκές αγορές οι περισσότερες από τις οποίες γίνονται (και) Κυριακή.
Ξεκινάμε από την πιο κοντινή, την αγορά της λεωφόρου Richard-Lenoir που ξεκινάει από την πλατεία της Βαστίλης και εκτείνεται μέχρι το τέλος της δεντροστοιχίας του δρόμου. Με την πρώτη ματιά, οι ομοιότητες και οι διαφορές με τις ελληνικές λαϊκές αγορές με εντυπωσιάζουν. Η σαφώς καλύτερη οργάνωση είναι εμφανής. Οι πωλητές έχουν ακουμπήσει τα προϊόντα τους πάνω σε ομοιόμορφους, ευθυγραμμισμένους πάγκους, που φαίνεται να έχουν τοποθετηθεί εκεί από τον δήμο. Μετά τους πάγκους των τροφίμων υπάρχουν και κάποιοι πωλητές λοιπών αντικειμένων, οι οποίοι έχουν την πραμάτεια τους κάτω. Η λαϊκή περιλαμβάνει οπωροπώλεις, ανθοπώλεις, ψαράδες με φρέσκους και φιλεταρισμένους σολομούς, κρασοπώλεις, κρεοπώλεις και τυροπώλεις με πάγκους-ψυγεία και πωλητές με ethnic fast food. Και φυσικά .... οστρακοπώλεις
. Παρόλο που δεν έχω εντρυφήσει (ακόμα) στο κεφάλαιο όστρακα, πρέπει να ομολογήσω ότι μόνο στο θέαμα αυτών των τεράστιων, περίεργων στρειδιών, μυδιών και λοιπών -διών, μου άνοιγε την όρεξη. Μετανιώνω που δεν είχα το θάρρος να πάρω κανα-δυο απ' αυτά και να τα δοκιμάσω επιτόπου.
Τα τυράκια βέβαια που δεν χρειάζονται και πολλά θάρρητα, τα τσακίσαμε. Πήραμε 1/4 από ένα γραβιερο-ειδές και ένα κεφαλάκι από κάποιο κατσικίσιο τυρί, με σκοπό να μεταφέρουμε το τελευταίο πίσω στην Ελλάδα, αφού η πωλήτρια μας είπε πως μπορεί να αντέξει το ταξίδι. Η πορεία αυτού του τυριού, που με τόση φροντίδα κρατούσαμε στο ψυγειάκι του ξενοδοχείου και αργότερα πακετάραμε μέσα στην χειραποσκευή, έληξε άδοξα στον σκουπιδοντενεκέ του χώρου ελέγχου του αεροδρομίου. Δυστυχώς οι ελεγκτές δεν μας άφησαν να το πάρουμε μαζί μας και με πόνο καρδιάς (και πολλά νεύρα για την επιλογή μας να το βάλουμε στην χειραποσκευή αντί της βαλίτσας, όπου θα είχε περάσει απαρατήρητο) το πετάξαμε χωρίς καν να το ανοίξουμε
. Το άλλο τυράκι στάθηκε πιο τυχερό. Μασουλίστηκε επιτόπου και εν συντομία, συνοδεία φρέσκου ζυμωτού ψωμιού από παρακείμενο φούρνο. Αιωνία του η μνήμη.

Τα τυράκια βέβαια που δεν χρειάζονται και πολλά θάρρητα, τα τσακίσαμε. Πήραμε 1/4 από ένα γραβιερο-ειδές και ένα κεφαλάκι από κάποιο κατσικίσιο τυρί, με σκοπό να μεταφέρουμε το τελευταίο πίσω στην Ελλάδα, αφού η πωλήτρια μας είπε πως μπορεί να αντέξει το ταξίδι. Η πορεία αυτού του τυριού, που με τόση φροντίδα κρατούσαμε στο ψυγειάκι του ξενοδοχείου και αργότερα πακετάραμε μέσα στην χειραποσκευή, έληξε άδοξα στον σκουπιδοντενεκέ του χώρου ελέγχου του αεροδρομίου. Δυστυχώς οι ελεγκτές δεν μας άφησαν να το πάρουμε μαζί μας και με πόνο καρδιάς (και πολλά νεύρα για την επιλογή μας να το βάλουμε στην χειραποσκευή αντί της βαλίτσας, όπου θα είχε περάσει απαρατήρητο) το πετάξαμε χωρίς καν να το ανοίξουμε

Η βόλτα μας συνεχίζεται στην πλατεία Aligre, λίγο πιο πέρα από την Βαστίλη. Εκεί υπάρχει άλλη, σαφώς μικρότερη, λαϊκή που έχει όμως πολλούς παλαιοπώλεις και το σκηνικό θυμίζει υπαίθριο Μοναστηράκι. Έχω ιδιαίτερα καλή διάθεση και κάνω σαν μικρό παιδί από την χαρά μου, οπότε δεν υπήρχε περίπτωση να απομακρυνθώ εύκολα από έναν πάγκο που είχε απάνω του ένα βουνό από ώριμες, κατακόκκινες φράουλες, χύμα
. Ο Τούρκος (ευτυχώς) απαντάει "Καλά, καλά, θα σου πάρω" στην ερώτηση "Θα μου πάρεις, θα μου πάρεις, θα μου πάάάάρειιιιςςς;;;;". Νομίζουμε ότι ζητάμε 1/4 από τον συμπαθή Γάλλο, αλλά μάλλον ζητήσαμε 4 κιλά γιατί ο πωλητής, αφού μας κοίταξε λίγο απορημένος, άρχισε να βάζει και δεν σταματούσε. Σε κάποια φάση συνειδητοποιούμε ότι η ποσότητα που έχει βάλει μέσα στην σακούλα ζυγίζει πολύ περισσότερο από 1/4, και φροντίζουμε να λύσουμε την παρεξήγηση. Αυτές οι φραουλίτσες ήταν extra τυχερές. Μασουλίστηκαν στα όρθια και εν ριπή οφθαλμού. Δεν ξέρω εάν ήταν η καλή μου διάθεση που με επηρέασε, αλλά νομίζω πως ήταν οι νοστιμότερες φράουλες που έφαγα ποτέ. Αιωνία τους η μνήμη.

Είχαμε μεγάλες προσδοκίες για αυτό το μαγαζάκι και όχι μόνο επιβεβαιωθήκαμε, αλλά υπερκαλυφθήκαμε! Η ατμόσφαιρα αυθεντική. Τα κρασιά απίθανα.


Μπαίνουμε στο μετρό, βγαίνουμε απ' το μετρό, και με ένα σύντομο περπάτημα... "στόχος" τρίτος "εν όψη". Είμαστε στην Notre Dame και είμαστε στην ώρα μας. Η ουρά είναι πολύ μεγάλη, αλλά ευτυχώς προχωράει αρκετά γρήγορα. Με το που μπαίνω στην εκκλησία μου 'ρχεται να πέσω κάτω απ' τα γέλια, αλλά συγκρατιέμαι γιατί συνειδητοποιώ ότι εάν κάνω κάτι τέτοιο, ή θα φάω ξύλο, ή θα μου κάνουν κανάν εξορκισμό εξπρές. Το πρώτο πράμα που μας "καλωσορίζει" στο εσωτερικό, είναι ένα πανηγυριώτικο αυτόματο μηχάνημα πώλησης τουριστικών/αναμνηστικών νομισμάτων. LOL
.
Τεσπά. Αρκούμαι στο να το σχολιάσω καυστικά στον Τούρκο και προχωράω παραμέσα, μαζί με το ποτάμι. Κάθε βήμα που κάνω παραπάνω με κάνει να συνειδητοποιώ το αίσθημα που πρέπει να κατέκλυε τον άνθρωπο του Μεσαίωνα που έκανε τα ίδια βήματα με μένα. Οι συνθήκες είναι άκρως διαφορετικές σήμερα, αλλά παρόλα αυτά σε μένα είναι εμφανές. Μία λέξη μόνο. Τρόμος.
Δεν μου είναι εύκολο να συνειδητοποιήσω το γιατί, αλλά σχεδόν αμέσως, το μυαλό μου άρχισε να μετατρέπει την εικόνα που είχα μπροστά μου. Άδειασε τον χώρο από τον κόσμο, προχώρησε την ώρα και την έκανε νυχτερινή, και αντικατέστησε τα ηλεκτρικά φώτα με κεριά. Ε, κάπου εκεί ήταν που μου σηκώθηκε η τρίχα. Μόλις κατάκατσε η τρίχα το μόνο που αισθανόμουν ήταν λύπη, που το αίσθημα του φόβου χρησιμοποιούταν (και χρησιμοποιείται ακόμα) τόσο απροκάλυπτα για να κλείνονται πιο αποτελεσματικά οι άνθρωποι στο "μαντρί" της θρησκείας.
Αλλάζω διάθεση και αναζητώ τις όμορφες μεριές της εκκλησίας. Βρίσκω πολλές είναι η αλήθεια. Τόσες πολλές που εν τέλει δεν μπορώ να τις απορροφήσω. Τα πανύψηλα παράθυρα είναι καλυμμένα με πολύπλοκα βιτρό, που φτάνουν τόσο ψηλά που δεν μπορείς να ξεχωρίσεις πλέον τις παραστάσεις. Κάνουμε τον καθιερωμένο κύκλο και μετά καθόμαστε στους πάγκους και περιμένουμε την συναυλία να αρχίσει.
Πρώτο κομμάτι ο πολυαναμενόμενος Bach, γαμεί και δέρνει (pardon my French). Και θάβει (πολύ πολύ βαθιά) όλα τα υπόλοιπα κομμάτια που ακολούθησαν. Για εμένα που δεν έχω ξανακούσει όργανο από κοντά, η εμπειρία είναι μια αποκάλυψη φυσικά. Μαθαίνοντας πιάνο, έχω ακούσει και έχω παίξει αρκετά κομμάτια του συνθέτη. Στην πραγματικότητα όμως δεν είχα συνειδητοποιήσει το πραγματικό ύφος και τον πραγματικό ήχο των συνθέσεών του. Και λογικό είναι θα μου πεις, αφού ο άνθρωπος ουδέποτε συνέθεσε για πιάνο, αλλά για όργανο, άντε και κανένα κλειδοκύμβαλο
.

Δεν μου είναι εύκολο να συνειδητοποιήσω το γιατί, αλλά σχεδόν αμέσως, το μυαλό μου άρχισε να μετατρέπει την εικόνα που είχα μπροστά μου. Άδειασε τον χώρο από τον κόσμο, προχώρησε την ώρα και την έκανε νυχτερινή, και αντικατέστησε τα ηλεκτρικά φώτα με κεριά. Ε, κάπου εκεί ήταν που μου σηκώθηκε η τρίχα. Μόλις κατάκατσε η τρίχα το μόνο που αισθανόμουν ήταν λύπη, που το αίσθημα του φόβου χρησιμοποιούταν (και χρησιμοποιείται ακόμα) τόσο απροκάλυπτα για να κλείνονται πιο αποτελεσματικά οι άνθρωποι στο "μαντρί" της θρησκείας.
Πρώτο κομμάτι ο πολυαναμενόμενος Bach, γαμεί και δέρνει (pardon my French). Και θάβει (πολύ πολύ βαθιά) όλα τα υπόλοιπα κομμάτια που ακολούθησαν. Για εμένα που δεν έχω ξανακούσει όργανο από κοντά, η εμπειρία είναι μια αποκάλυψη φυσικά. Μαθαίνοντας πιάνο, έχω ακούσει και έχω παίξει αρκετά κομμάτια του συνθέτη. Στην πραγματικότητα όμως δεν είχα συνειδητοποιήσει το πραγματικό ύφος και τον πραγματικό ήχο των συνθέσεών του. Και λογικό είναι θα μου πεις, αφού ο άνθρωπος ουδέποτε συνέθεσε για πιάνο, αλλά για όργανο, άντε και κανένα κλειδοκύμβαλο


Συνεχίζουμε την βόλτα μας χαζεύοντας τα κτίρια. Βγάζω και τις απαραίτητες καλλιτεχνουά φωτογραφίες των gargoyles για να αποδείξω πως "ήμουν και γω εκεί"
.
Τρίτη -και καλύτερη- αγορά που θα επισκεφτούμε σήμερα είναι η marché aux fleurs που γίνεται καθημερινά στο Île de la Cité. Την Κυριακή συνοδεύεται από την marché aux oiseaux. Εντάξει... τι να πω; Η αγορά των λουλουδιών θα έπρεπε μάλλον να λέγεται "αγορά της ζούγκλας". Το τι είχε! Τι δεν είχε, μάλλον. Από τα μικρότερα λουλούδια και μυρωδικά μέχρι ολόκληρα δεντράκια. Πανδαισία. Την αγορά των πουλιών δεν πρόλαβα να την γυρίσω όσο θα ήθελα, αλλά από το λίγο που πήρε το μάτι μου πρέπει να ήταν το ίδιο εντυπωσιακή.


Τετάρτη 26 Μαΐου 2010
Ημέρα 5η
Oh, happy day ... ?
Σήμερα βρήκε να βρέχει;;!! Που έχουμε κανονίσει να πάμε Βερσαλλίες;! Τέλος πάντων... ένα εσπρεσάκι στα γρήγορα για να ξυπνήσουμε και ξεκινάμε...
Πρώτο βήμα είναι να βρούμε πως πάμε μέχρι εκεί. Με τρένο φυσικά, αλλά η Navigo δεν μας καλύπτει για τόσο μακρινή απόσταση, οπότε δίνουμε 5.80ε/άτομο για aller-retour εισιτήριο. Η αναζήτηση της σωστής αμαξοστοιχίας που θα μας πάει αποδεικνύεται πιο δύσκολο task από τις απλές μετακινήσεις στο κέντρο του Παρισιού. Κι αυτό γιατί η γραμμή RER C που πρέπει να πάρουμε, έχει πολλές διακλαδώσεις και θέλει προσοχή για να ανεβείς στο σωστό τρένο. Το καλό είναι ότι επειδή το Château de Versailles είναι σημαντικό τουριστικό αξιοθέατο, υπάρχει ένα μικρό καφεδί σηματάκι δίπλα από όλες τις ταμπέλες που αναφέρονται στην γραμμή που το εξυπηρετεί. Οπότε μπορεί κανείς να είναι σίγουρος ότι είναι στον σωστό δρόμο
. Οι οθόνες στην πλατφόρμα των τρένων ήταν λίγο μπέρδεμα, διότι απ' ότι θυμάμαι δεν δείχνει κάθε μία από αυτές όλες τις γραμμές, και πρέπει να ψάξεις σε πολλές διαφορετικές οθόνες για να βρεις τι ώρα είναι ο συρμός που περιμένεις εσύ, αλλά all in all τα καταφέραμε.
Η διαδρομή είναι μεγαλούτσικη (κοντά στα 45'), οπότε γεμίζω δημιουργικά τον χρόνο μου συμπληρώνοντας το μικρό, πρακτικό και ... θανατηφόρα κοριτσίστικο, σημειωματάριό μου με τις εντυπώσεις των προηγούμενων ημερών. Αυτό το μπεμπέ μπλοκάκι με το μινιόν στυλό στο πλάι, είναι η βάση αναφοράς για όλη αυτή την αφήγηση και μάλλον το πιο ωραίο αναμνηστικό του ταξιδιού. 

Σημαντική σημείωση: Σε αυτή την διαδρομή η είσοδος στις πλατφόρμες είναι ελεύθερη. Το εισιτήριο το ακυρώνεις στο τέλος της διαδρομής προκειμένου να μπορέσεις να βγεις από τον σταθμό. Μη νομίσεις ότι τους έπιασες κότσους επειδή μπήκες στο τρένο χωρίς να χτυπήσεις το εισιτήριο

Το παλάτι είναι σε απόσταση 10 λεπτών περίπου με τα πόδια, από τον σταθμό του τρένου. Στην πορεία βρίσκουμε fast-food σαντουϊτσάδικο για τουαλέτα και θερμιδική επαναφόρτιση και κάτι τουριστάδικα για να χαζεύω εγώ. Δυστυχώς ο καιρός παραμένει στην κατάσταση του εκνευριστικού ψιλόβροχου, που δεν είναι αρκετά καταρρακτώδες για να μας αποτρέψει από τις εξορμήσεις μας, αλλά από την άλλη μας αναγκάζει και να στριμωχνόμαστε κάτω από την ίδια ομπρέλα.

Την πρώτη εικόνα του παλατιού την αποκτάει κανείς καθώς πλησιάζει προς την κεντρική του πύλη και το βλέπει να απλώνεται, τεράστιο όπως είναι, πίσω από τα χρυσοβαμμένα του κάγκελα. Ο περιβάλλων χώρος μου φάνηκε ιδιαίτερα γυμνός και άγονος, καθώς οι φίλτατοι Γάλλοι δεν έχουν φροντίσει να φυτέψουν κανά δεντράκι προς τα εκεί. Δεν ξέρω γιατί, αλλά η χρυσή πύλη, αντί να μου προξενήσει αισθήματα δέους - όπως υποθέτω ότι είναι ο σκοπός της - μου φάνηκε απλά κακόγουστη σαν faux bijoux. Μπορεί όμως ο Λουδοβίκος να είχε καλύτερη χρυσομπογιά...
Θα ξεκινήσουμε την επίσκεψή μας από το κεντρικό παλάτι, με την ελπίδα ότι μέχρι να βγούμε το ψιλόβροχο θα έχει σταματήσει. Ακολουθούμε το τσούρμο των τουριστών μέσα από τα διαδοχικά δωμάτια που είναι ανοιχτά για το κοινό, περνάμε από την περίφημη αίθουσα με τους καθρέφτες και από τα δωμάτια του βασιλιά και της βασίλισσας και των διαδόχων. Παντού κυριαρχούν τα πιο βαριά μπαρόκ μοτίβα (ντααα! προφανώς!). Το μάτι μου έχει πάθει τον απόλυτο αποσυντονισμό
.
Παρόλα αυτά κάνω φιλότιμες προσπάθειες να βρω κάτι να θαυμάσω, δυσκολεύομαι όμως. Είναι που μετά το 3ο δωμάτιο έχω πάθει ήδη overdose από βελούδο και χρυσο-μπογιά/κλωστή/μέταλλο. Είναι που οι πίνακες που "στολίζουν" τους τοίχους - που θα έλεγε κανείς ότι θα ήταν εύκολο να τους βρει κανείς ευχάριστους - μου προκαλούν αηδία. Εικόνες επίπεδες, άνευρες, άχρωμες, άοσμες, χωρίς όγκο, χωρίς ένταση, στημένες αναπαραστάσεις των εκάστοτε αριστοκρατών από σφουγγοκωλάριους καλλιτέχνες. Θα μου πεις, τι να κάνει και ο κατακαημένος καλλιτέχνης του 1700μΧ; Εκείνο τον καιρό εάν δεν σε ζούσε η αριστοκρατία, δεν σε ζούσε κανένας.
To tour τελείωσε, και έχω μείνει με μία γεύση απογοήτευσης. Περίμενα να δω ένα παλάτι πλήρως επιπλωμένο, να αναδύει την αίσθηση των Λουδοβίκων που περάσαν από εκεί. Αντ' αυτού είδα μερικά δωμάτια στα οποία το μόνα που υπήρχαν σε αφθονία ήταν οι ταπετσαρίες και οι πίνακες. Αργότερα έμαθα ότι το παλάτι αποψιλώθηκε από την επίπλωσή του κατά την διάρκεια της Γαλλικής επανάστασης και τα περισσότερα κομμάτια έχουν χαθεί, οπότε η εικόνα που αντίκρισα ήταν μάλλον λογικό επακόλουθο. Απ' ότι φαίνεται απλά είχα μεγάλες προσδοκίες
.

To tour τελείωσε, και έχω μείνει με μία γεύση απογοήτευσης. Περίμενα να δω ένα παλάτι πλήρως επιπλωμένο, να αναδύει την αίσθηση των Λουδοβίκων που περάσαν από εκεί. Αντ' αυτού είδα μερικά δωμάτια στα οποία το μόνα που υπήρχαν σε αφθονία ήταν οι ταπετσαρίες και οι πίνακες. Αργότερα έμαθα ότι το παλάτι αποψιλώθηκε από την επίπλωσή του κατά την διάρκεια της Γαλλικής επανάστασης και τα περισσότερα κομμάτια έχουν χαθεί, οπότε η εικόνα που αντίκρισα ήταν μάλλον λογικό επακόλουθο. Απ' ότι φαίνεται απλά είχα μεγάλες προσδοκίες

To tour τελείωσε, αλλά η βροχή δεν σταμάτησε. Το Paris museum pass δεν περιλαμβάνει τους κήπους των Βερσαλλιών, αλλά μόνο το παλάτι και το Grand Trianon. Λέμε λοιπόν να επισκεφτούμε και το δεύτερο, προκειμένου να σκοτώσουμε λίγο χρόνο παραπάνω, μπας και μας κάνει την χάρη ο καιρός. Ο τουριστικός χάρτης του χώρου πληροφορεί ότι στο Trianon μπορεί να πάει κανείς είτε με τα πόδια, είτε με το ειδικό τραινάκι. Φυσικά θα πάμε με το τραινάκι, δεν τίθεται θέμα
. Η προσπάθειά μας όμως να προσεγγίσουμε την στάση στο πίσω μέρος του παλατιού, προσκρούει πάνω στα γκισέ της εισόδου των κήπων και στις δεσποινίδες που βρίσκονται εκεί και μας πληροφορούν ότι εάν θέλουμε να προχωρήσουμε έστω και ένα βήμα από εκείνο το σημείο, πρέπει να πληρώσουμε το αντίτιμο επίσκεψης σε αυτούς."Τι θέλεις να κάνουμε;" ρωτάει ο Τούρκος. "Θέλεις να μπούμε και να κάνουμε και μια βόλτα στους κήπους;". "Δεν έχω διάθεση για βόλτα μες την βροχή", απαντάω, και λήγω την σημερινή μας εξόρμηση με λίγο άδοξο τρόπο. Την επόμενη φορά που θα πάω όμως, θα πάω μόνο για τους κήπους. Το υπόσχομαι! 




Από τα συμφραζόμενα αντιλαμβανόμαστε ότι ναι μεν το μνημείο κλείνει στις 6:00μμ, η είσοδος όμως κλείνει μισή ώρα νωρίτερα (μιλάμε το χάσαμε για 30''
*** Τώρα που είπα "γκλίτσα"... Όταν επισκέφτηκα με τους γονείς μου το Μητροπολιτικό μουσείο της Νέας Υόρκης, μείναμε μέχρι το κλείσιμο. Ένα τέταρτο πριν την καθορισμένη ώρα λήξης του ωραρίου, κι ενώ εμείς συνεχίζαμε αμέριμνοι την βόλτα μας, σε χρόνο dt όλοι οι φύλακες του μουσείου "συντονίζονται" και αρχίζουν να μας προγκάνε , κυριολεκτικά, προς την έξοδο. Χωρίς πλάκα!


Και κάπως έτσι τελείωσε με το ζόρι το τουριστικό πρόγραμμα της ημέρας. Περπατάμε σαν χαμένοι προς απροσδιόριστη κατεύθυνση, στριμωγμένοι κάτω από την ομπρέλα, προσπαθώντας να αποφασίσουμε τι θα κάνουμε με το βράδυ μας. Η απογοήτευση από τα συνεχή εμπόδια της ημέρας, η κούραση και το ασταμάτητο σου-γαμάω-την-ψυχολογία ψιλόβροχο, έχουν αρχίσει να τσιτώνουν τα νεύρα και των δυο μας, και ο πρώτος καβγάς της σχέσης έχει αρχίσει να ξεμυτάει από την σπηλιά του.
Προσπαθώ να σώσω την κατάσταση και λέω να πάμε για φαΐ σε ένα εστιατόριο που μου έχει προτείνει ο (πολλάκις επισκεφθείς το Παρίσι) θείος μου. Δεν έχω φροντίσει όμως να σημειώσω την διεύθυνση και ο Τούρκος έχει αρχίσει να γίνεται Τούρκος και με κοιτάει με μάτι που γυαλίζει. Ευτυχώς οι πληροφορίες βρίσκονται μέσα στα mail μου.
Το μόνο που μου χρειάζεται, είναι λιγουλάκι internet. Δοξάζω τον θεό για τα wifi enabled κινητά και τον διάβολο για τα δωρεάν hotspots στις καφετέριες!!!
Στηνόμαστε (διακριτικά πάντα) έξω από μία brasserie που έχει ανοιχτό το δίκτυό της και μετά από λίγη ώρα προσπάθειας έχω βρει την διεύθυνση. Hooray! Αποστολή εξετελέσθη. Καβγάς απετεύχθηκε.
Περνάμε από εκεί και κλείνουμε τραπέζι και χωνόμαστε σε μία καφετέρια να περάσουμε τον χρόνο μας μέχρι το δείπνο. Έχουμε πλέον χαλαρώσει και η διάθεση καλυτερεύει.
Προσπαθώ να σώσω την κατάσταση και λέω να πάμε για φαΐ σε ένα εστιατόριο που μου έχει προτείνει ο (πολλάκις επισκεφθείς το Παρίσι) θείος μου. Δεν έχω φροντίσει όμως να σημειώσω την διεύθυνση και ο Τούρκος έχει αρχίσει να γίνεται Τούρκος και με κοιτάει με μάτι που γυαλίζει. Ευτυχώς οι πληροφορίες βρίσκονται μέσα στα mail μου.
Το μόνο που μου χρειάζεται, είναι λιγουλάκι internet. Δοξάζω τον θεό για τα wifi enabled κινητά και τον διάβολο για τα δωρεάν hotspots στις καφετέριες!!!


Το εστιατόριο λέγεται Charles-Victor. Μικρό με μοντέρνα διακόσμηση. Πληρώσαμε 70 ευρώ τα δύο άτομα, αλλά ήταν μάλλον τα πιο καλοξοδεμένα λεφτά που έχω δώσει για φαΐ. Κάθε πιάτο του γεύματος ήταν τόσο καλό όσο θα ήταν η "σπεσιαλιτέ" ενός εστιατορίου (από αυτά που έχω πάει) στην Ελλάδα. Ο Τούρκος πήρε για κυρίως πιάτο confit de canard που την θυμόμαστε ακόμα
. Και μην φοβού το ξεπαράδιασμα αγαπητέ αναγνώστη! Υπάρχει και prix fixe μενού. Αλλά εδώ που τα λέμε, εγώ θα πήγαινα ξανά εκεί ακόμα κι αν έπρεπε να φάω γιαουρτάκια για μια βδομάδα.

Στο τέλος του γεύματος βγαίνουμε μ' ένα χαμόγελο στα χείλη. Η μέρα σώθηκε! 
